"στα δεκαεφτά..."
Νύχτα οκλαδόν στο παράθυρο. Καμουφλαρισμένη βροχή και γυμνά παράπονα. Όπως παιδιού. Χωρίς καμία έλλογη επεξεργασία. Μη μ’ αρχίσεις τις νουθεσίες, άμα ήθελα μπορούσα και μόνη μου. Σβηστό το πισι, το ραδιόφωνο. Η βροχή. Οκλαδόν δίπλα στο παράθυρο. Στο πατάκι του γάτου. Ταράζει το σπίτι, τρίζουν τα παράθυρα, χτυπάνε πόρτες, κάποιος προσπαθεί να ανοίξει, από μέσα, από έξω, δεν καταλαβαίνω. Οκλαδόν στο παράθυρο. Κάποιος θέλει να μπει ή κάποιος να φύγει, δεν καταλαβαίνω. Δεν κάνω καμία ερώτηση. Καμιά ευχή, κανά δυο παράπονα, σ’ αυτά μένω. Μην αρχίσεις τη γκρίνια, λέμε, άμα θέλω μπορώ και μόνη μου.
Κάποιος θέλει να κοιμηθεί, να ξεκουράσει το σώμα του, πέφτει στο ξέστρωτο κρεβάτι μου. Ξυπνάει μετά από λίγο, βουβό παράπονο από τον πόνο. Αργεί να φέξει. Μ’ αρέσουν τα παράθυρα όταν τα βλέπεις οριζόντια. Άμα πλαγιάσεις το κεφάλι. Αγκαλιά με τα γόνατα, δίπλα στο παράθυρο. Αλλά αργεί να φέξει. Στο πατάκι του γάτου. Η σκηνοθεσία της νύχτας. Φαιδρή μα δεδομένη. Στο κίτρινο φως του πορτατίφ. Στοίχημα. Η φωνή της Δήμου μου πετάει δυο-τρεις στέρεες ατάκες από το υποσυνείδητο, βαριά και σίγουρα. Δεν τις επαναλαμβάνω. Σα να μου πέφτουν υπερβολικά τελεσίδικες για τα μέτρα των δισταγμών μου. Σα να γυρεύω μια πιο μεσοβέζικη κατάσταση. Σα να ξαφνιάζομαι που δυο τρία από αυτά νιώθω πως είναι αλήθεια, μένω να διερευνώ αν είναι μόνο μέρος της σκηνοθεσίας. Δείχνω να φοβάμαι μήπως είναι, η αλήθεια είναι πως φοβάμαι μήπως δεν είναι. Κλειδιά και γιατί αφημένα στο χωλ.
Κάποιος θέλει να κοιμηθεί, να ξεκουράσει το σώμα του, πέφτει στο ξέστρωτο κρεβάτι μου. Ξυπνάει μετά από λίγο, βουβό παράπονο από τον πόνο. Αργεί να φέξει. Μ’ αρέσουν τα παράθυρα όταν τα βλέπεις οριζόντια. Άμα πλαγιάσεις το κεφάλι. Αγκαλιά με τα γόνατα, δίπλα στο παράθυρο. Αλλά αργεί να φέξει. Στο πατάκι του γάτου. Η σκηνοθεσία της νύχτας. Φαιδρή μα δεδομένη. Στο κίτρινο φως του πορτατίφ. Στοίχημα. Η φωνή της Δήμου μου πετάει δυο-τρεις στέρεες ατάκες από το υποσυνείδητο, βαριά και σίγουρα. Δεν τις επαναλαμβάνω. Σα να μου πέφτουν υπερβολικά τελεσίδικες για τα μέτρα των δισταγμών μου. Σα να γυρεύω μια πιο μεσοβέζικη κατάσταση. Σα να ξαφνιάζομαι που δυο τρία από αυτά νιώθω πως είναι αλήθεια, μένω να διερευνώ αν είναι μόνο μέρος της σκηνοθεσίας. Δείχνω να φοβάμαι μήπως είναι, η αλήθεια είναι πως φοβάμαι μήπως δεν είναι. Κλειδιά και γιατί αφημένα στο χωλ.
5 Comments:
""...σου, πηδάς το καλάμι,
στα δεκαεννιά σου
κανείς δε σε πιάνει.
τρεκλίζεις στο δρόμο,
μεθάς με τον πόνο,
σε λίγα χρονάκια
δεν ξέρεις που πας...""
τρελλαίνομαι...
είχα στο νου μου ένα στιχάκι που έλεγε:
"εγώ έχω φύγει απ' τη ζεστασιά μου στα δεκαεφτά..."
καλημέρα.
υ.γ.:τί να λέμε τώρα.
"...οι συνειρμοί είναι ελεύθεροι..."
:)
σκανδαλωδώς ελεύθεροι, έχω την αίσθηση, για τα μέτρα τέτοιο κόσμου :-)
Καλημέρα...
Πολλές φορές τα όνειρα σου τη νύχτα πήραν φωτιά...
Πυρακτωμένο κείμενο.
Δημοσίευση σχολίου
<< Home