Τούμπα το εικοσιτέσσερα, σαράντα δύο, το άλλο σώμα γλιστράει από το σώμα σου και πέφτει και αδειάζεις, ο έρωτας έχει φ.π.α., το λέει η τηλεόραση τις μεταμεσονύχτιες ώρες, μα φυσικά, πώς δεν το σκέφτηκα νωρίτερα, το λέει και η τηλεόραση. Επιζητώ το αποτύπωμα του κραγιόν πάνω στο πάλλευκο του υποβρυχίου, ένα κάδρο- εμμονή, είναι, ξέρεις, πολύ της μόδας αυτή τη σαιζόν, όχι φυσικά το κραγιόν, το υποβρύχιο, βανίλια ή τριαντάφυλλο, η χαρά του εναλλακτικού με υποψία δήθεν, το καλοκαίρι είναι καιρός για λάμψη, ανάλαφρες φόρμες, ανάλαφρα ρούχα, ανάλαφρη διάθεση, lounge, παραλία, change your heart, look around you, οι άνθρωποι κρατάνε τους ανθρώπους τους με νύχια και δόντια, δίκιο έχουν. Κι εγώ το ίδιο θα έκανα. Αν ήμουν άνθρωπος και όχι χιονάνθρωπος, μην τα ξαναλέμε. Σιχαίνομαι τα κλισέ, τα σιχαίνομαι, μου φέρνουν αναγούλα. Στους δρόμους της Αθήνας τη νύχτα πρέπει να περπατάς στις μύτες μην τυχόν ξυπνήσεις κάποιον από αυτούς που κοιμούνται στα παγκάκια, στα χαρτόκουτα. Προς Θεού όχι τακούνια στα πλακόστρωτα. Ησυχία. Δεν έχω soundtrack . Το Δεύτερο μεταμεσονύχτια καμώνεται το μεταχουντικό ραδιόφωνο στους εναπομείναντες. Μοσχολιού και Διονυσίου. Είπαμε, καθένας πρέπει από κάπου να πιαστεί. Στη Σολωμού ξένες γυναίκες με μικροσκοπικά σορτς, σταθερά, ο μπροστινός μου κάνει διερευνητική στάση χωρίς αλάρμ, ψάχνει κι αυτός από κάπου να πιαστεί, έχω μια τάση να γίνω πικρή με όλους, έπειτα κοιτώ τη μούρη μου στον καθρέφτη κι, ώσπου να ανάψει το φανάρι, μου κόβεται η μαγκιά, σταματώ γιατί, αν μου επιτεθώ τώρα, θα χάσω το μυαλό μου, αποφευκτική συμπεριφορά, η δημουλά για την απόδειξη της μη ωριμότητας, οι κατσιμιχαίοι για τη δύσκολη εφηβεία των 29, damage η ηρωίδα του louis malle, damage, το λέει ξεκάθαρα, δεν αντέχω να μπήγω τα νύχια στους ανθρώπους για να τους κρατήσω και να κρατηθώ και μέσα μου δεν ξέρω καν αν το θέλω ή αν είναι εφικτό, να έσβηνα το κινητό μου τηλέφωνο τη νύχτα –θέλω; - αφόρητη ζέστη, απαθείς συνδαιτυμόνες, κουνάω τα χέρια σε σινιάλο κινδύνου όπως οι λιλιπούτειες καρικατούρες στα ταξίδια του Γκιούλιβερ. Νομίζω στο mute.
10 Comments:
Όσους ανθρώπους ξέρω σιχαίνονται τα κλισέ. Πώς υπάρχουν ακόμη άραγε...;
Απλούστατο.
Αφ' ενός δεν έχουν όλοι κοινό αισθητήριο για τον ορισμό του κλισέ. Αφ' ετέρου η δήλωση απεχθείας είναι κάτι σαν το "από δευτέρα δίαιτα" όταν σε κερνάνε ανάμικτη semifreddo από τα papagalino. Ή κάτι σαν το τσιγάρο που έσβησες ακριβώς πριν την υπόσχεση ότι το κόβεις. Ενέχει μάλλον την αυτομεμψία για το απεχθές στο οποίο ενέδωσες παρά την αυτοδύναμη κίνηση απομάκρυνσης από το κοινότοπο.
Αλήθεια όμως δεν ξέρεις κανέναν που να μη σιχαίνεται τα κλισέ; Θα μου γνωρίσεις τους φίλους σου, ανώνυμε; Έχουμε τόσα κοινά.
Διαφωνώ.Γιατί αυτομεμψία; Αν κάτι το θεωρείς απεχθές -είναι δεν είναι- απλώς δεν το κάνεις... Υποθέτω...
Ανώνυμος απο πάνω
"Απλώς" κιόλας.
Ανώνυμε-από-πάνω, υποθέτω πως "απλώς" διαφωνούμε.
"Απλώς διαφωνούμε"; Αυτό αγγίζει τα όρια του κλισέ...
Ανώνυμος απο πάνω
Αυτή η υπεροψία του "από πάνω" σας καθιστά αδιάλλακτο. Δεν ενδύθηκα ουδέποτε τον άσπιλλο non-cliche μανδύα. Μην τα ξαναλέμε. Ξαναγινόμαστε κλισέ.
Δεν είναι υπεροψία, είναι σαφήνεια.Ο ανώνυμος από το (παρα)πάνω σχόλιο. Απλώς φαντάζει να τείνει στα όρια του παραλόγου η απέχθεια, σε βαθμό μάλιστα Άννας-Γούλα, με την, καταπώς φαίνεται, αδιάκοπη χρήση.Εκεί, και μόνο εκεί, εμμένω.Ευχαριστώ για τα αντισχόλια
Πάλι "απλώς".
Ας ειναι.
Όχι, εγώ ευχαριστώ.
Ναι, καθένας από κάπου πρέπει να πιαστεί... Αρκεί, όμως, για να παραφράσω ελαφρώς την κοινή μας αγαπημένη Κική, που μου τη θύμισες, αρκεί να μην γραπώνεται από τους τρόπους του, που βρίσκει να σαρώνεται...
Γεια σου, Αρετή!
Σάκης
Υ.Γ.: Όσο για τη φράση με τον Φ.Π.Α., πράγματι ισχύει... Μόνο που λείπει ένα κρίσιμο επίθετο: ''αγοραίος''...
Αρετή μου, πάει τόσος καιρός. Συνειδητοποιώ πόσο σημάδεψες το γράψιμό μου. Πικρία... δεν έχεις τίποτα πικρό, κι ας προσπαθείς μέσα από τον κυνισμό να μας πείσεις για το αντίθετο. Μη μου θυμώσεις...
@->-
Δημοσίευση σχολίου
<< Home