"...να 'ταν η ματιά μου δίκοπο μαχαίρι..."
Με γυροφέρνει θάνατος. Χωρίς καμμία διάσταση φόβου (ακόμη), καθώς δύσκολα θα φοβόμουν από εδώ που είμαι κάτι τόσο βέβαιο, περισσότερο μάλλον μέσα από το σύννεφο των ανοιχτών λογαριασμών που με βαραίνουν. Ξέρω καλά πως όταν φεύγεις το τελευταίο που χρειάζεσαι είναι αλυσίδες στα πόδια. Το δοκίμασα, δε φτάνεις σε αρχή με βάρος στα πόδια και την καρδιά.
Προχθές ένιωσα πώς βγήκε η φράση «με την ψυχή στο στόμα». Είναι οι μηχανικές διαταραχές που στέλνει η καρδιά όταν πάλλεται με βία και σε βάζει στην παγίδα να πιστέψεις ότι θα ξεράσεις την ψυχή σου. Το σώμα τραντάζεται, το κεφάλι γυρνάει, ο κόσμος γυρνάει, αλλά, δεν πά’ να γυρνάει, δεν πρόκειται να την ξεράσεις ποτέ.
Χθες βράδυ πήρα να κλαίω με όλους εκείνους που θα με θρηνούσαν αν πέθαινα τώρα. Με καθέναν χωριστά, όχι όλους μαζί. Σα να ‘ταν όλοι μαζί σε μια κηδεία, καθένας μόνος. Οι κηδείες είναι ολοζώντανες περιοχές του χρόνου. Σαν τη σκοπιά στο στρατό το φαντάζομαι, αλλά σε ολότελα διαφορετικές διαστάσεις. Η αποφώνηση της ζωής με γλυκές προσφωνήσεις που δε φτάνουν να ράνουν την επισκόπηση του βίου. Το μέτρημα του χρόνου και η σιωπή. Τα ελλείμματα και οι απουσίες.
Μου χίμηξε ένα τσαμπουκαλεμένο παράπονο που χώθηκε μέσα μου και δε βρήκε έξοδο και ούτε μπόρεσα να το εκλογικεύσω. «Να ‘ταν η ματιά μου δίκοπο μαχαίρι…»… να πληγώσω ποιον; Να χαράξω τι..; Καμία διάθεση εκδίκησης. Όλοι οι ανέκφραστοι θυμοί σε καταστολή. Ήθελα όμως. Δίκοπο μαχαίρι. Ήθελα. Άμα χρειαστεί, να ξέρω ότι θα κόβει.
Εκείνο το βράδυ ένιωσα σαν πουτάνα. Την πηδάνε, την πληρώνουν και, στο τέλος, προτού φύγουν, πατάνε και μία εκ βαθέων εξομολόγηση του καημού τους (για τη γυναίκα τους, για τον έρωτα της ζωής τους, για τη μάνα τους κλπ κλπ) και την ακουμπάνε στο κρεβάτι δίπλα στο χρήμα. Έτσι για να γουστάρει, για να μη λέει ότι έχουν οι φίλες της κι αυτή δεν έχει. Και φεύγουν. Γι ’αυτό σου λέω… η τελική σου προσφώνηση είναι παντελώς άσκοπη. Εγώ δε θα την ακούσω, εσύ δε θα την εννοείς, το πολύ πολύ να την ακούσει κάποιο κοριτσάκι και να κλάψει. Κι όταν μεγαλώσει να γνωρίσει κάποιον που όταν πεθάνει θα την προσφωνήσει με τον ίδιο τρόπο. Και θα είναι παντελώς άσκοπο. Αυτή δε θα την ακούσει, αυτός δε θα την εννοεί, το πολύ πολύ να την ακούσει κάποιο κοριτσάκι και να κλάψει. Κι όταν μεγαλώσει θα γνωρίσει κάποιον που όταν πεθάνει θα την προσφωνήσει με τον ίδιο τρόπο. Και θα είναι παντελώς άσκοπο. Αυτή δε θα την ακούσει, αυτός δε θα την εννοεί, το πολύ πολύ να την ακούσει κάποιο κοριτσάκι και να κλάψει. Κι όταν μεγαλώσει θα γνωρίσει κάποιον που όταν πεθάνει θα την προσφωνήσει με τον ίδιο τρόπο. Και θα είναι παντελώς άσκοπο…
Γι’ αυτό την ήθελα εκείνη τη δίκοπη ματιά…
1 Comments:
Να ήταν η ματιά μου δίκοπο μαχαίρι, να μπορώ να πληγώσω όσο πληγώνομαι. Μπορεί ένας άνθρωπος να είναι τόσο περήφανος όσο εγώ για τις ουλές, τις μελανιές, τις μαχαιριές του; ....Όσες έχω καταφέρει.
Μαμά, βοήθεια καταστρέφομαι, πέφτω και σπάω σε κομμάτια, λιώνω σε σταγόνες και ξαναγίνομαι ένα βρομερό διάλυμα από τύψεις, κακίες, καλοσύνες, ψέμματα...
Δημοσίευση σχολίου
<< Home