<body><script type="text/javascript"> function setAttributeOnload(object, attribute, val) { if(window.addEventListener) { window.addEventListener('load', function(){ object[attribute] = val; }, false); } else { window.attachEvent('onload', function(){ object[attribute] = val; }); } } </script> <div id="navbar-iframe-container"></div> <script type="text/javascript" src="https://apis.google.com/js/platform.js"></script> <script type="text/javascript"> gapi.load("gapi.iframes:gapi.iframes.style.bubble", function() { if (gapi.iframes && gapi.iframes.getContext) { gapi.iframes.getContext().openChild({ url: 'https://draft.blogger.com/navbar.g?targetBlogID\x3d6653848\x26blogName\x3dLes+soucis+graves\x26publishMode\x3dPUBLISH_MODE_BLOGSPOT\x26navbarType\x3dSILVER\x26layoutType\x3dCLASSIC\x26searchRoot\x3dhttps://lessoucisgraves.blogspot.com/search\x26blogLocale\x3del\x26v\x3d2\x26homepageUrl\x3dhttp://lessoucisgraves.blogspot.com/\x26vt\x3d-8907436917196501843', where: document.getElementById("navbar-iframe-container"), id: "navbar-iframe", messageHandlersFilter: gapi.iframes.CROSS_ORIGIN_IFRAMES_FILTER, messageHandlers: { 'blogger-ping': function() {} } }); } }); </script>

Παρασκευή, Ιουνίου 23, 2006

"μακράδια στα δάχτυλιά σου, νυφούλα μου..."

τα παπούτσια περπατάνε μονάχα, δε χρειάζεται να τα φοράμε, τα φουστάνια παίρνουν φωτιά, καίγονται οι κουρτίνες, αν δεις μονόφθαλμη γουστέρα θα πέσει το βουνό να πνίξει τη θάλασσα, βγαίνουν τα φίδια, μεγάλα φίδια, μπαίνουν μέσα μου, γι’ αυτό γκαστρώνονται οι γυναίκες, κι ο Θεός καθόταν μπροστά στο παράθυρο, κρατούσε ρόκα κι έγνεθε μαύρο μαλλί, μαύρο μπαμπάκι, να τονε που γνέθει, μη, θα γνέσει και τα γένια του, θα μείνουμε πεντάρφανοι, και κείνα τα πούπουλα γυρίζουν μέσα στο κεφάλι μου, φύγε, φύγε, , κάτσε δω να σου βγάλω τα πούπουλα απ’ τα μαλλιά σου, να ένα, είναι άσπρο, άσπρο πούπουλο, άσπρο πουπουλάκι, άσπρο προβατάκι, άκου, άφησε ο Θεός τη ρόκα, παίζει πιάνο , δεν ακούς; τί θες λοιπόν; αφού παίζει ο Θεός, φύγε, φύγε.

Γιάννης Ρίτσος,
Εικονοστάσι Ανωνύμων Αγίων:
Λιγοστεύουν οι ερωτήσεις


Τετάρτη, Ιουνίου 14, 2006

"...καν αλλού..."

Στριγγλίσματα. Ο χρόνος φρενάρει. Η ενηλικίωση του άκαρπη και κοινότoπη. Δεν κομίζει ούτε τόσο δα. Τίποτε νέο είτε προσοδοφόρο. Φρενάρει ανάμεσα σε δυο διαδοχικές ρουφηξιές. Η προβολή του χρόνου πάνω στα δαχτυλίδια του καπνού. Μέσα στα πηγάδια των ματιών. Το μικρό στόμα. Κύκλος, καρδούλα, ευθεία γραμμή.
Οι άνθρωποι περνάν αφηρημένοι από τον πεζόδρομο. Σαν κλιπάκι για μια επαναλαμβανόμενη λούπα με τσέλο. Σα βιντεάκι που παίζει στο repeat. Όπως στα ψέμματα. Σε ψεύτικο χρόνο. Σαν αποτυχημένη σκηνή που ξαναγυρίζουμε.
Η μυρωδιά της γαρδένιας σε ξεκάνει. Σε αναιρεί. Σε λιγώνει. Ένα λευκό παραισθησιογόνο σε σφηνοπότηρο. Άσπρα ανθάκια μέσα στο νερό. Νύφες. Πνιγμένες. Θυμάμαι τις συμβουλές του ποιητού προς κολυμβητάς. Είναι δύσκολο να αυτοκτονήσεις στη θάλασσα αν ξέρεις να κολυμπάς. Τα δαχτυλίδια του καπνού κολυμπάνε στον αέρα, το στομάχι είναι ένας κουβάς με καφέ που τρυπάει ο καπνός, ο αέρας είναι κίτρινος, η γαρδένια σε καταδυναστεύει, η υγρασία γλύφει το δέρμα, το σώμα κολλάει, ο χρόνος κατολισθαίνει. Κρίμα.

_______

Δεν έχω άλλα δάκρια.
η βροχή πέφτει πλαγιαστά.
Μην κλαις, πια, για μένα.
Το βρίσκω πρόωρο.

Ηλίας Πετρόπουλος, "Ποτέ και Τίποτα"

Τρίτη, Ιουνίου 13, 2006

"...κι αυτό το κίτρινο το χρώμα που με βάφει..."


ΔΥΟ ΚΟΥΒΕΝΤΕΣ ΠΡΙΝ ΤΟ ΦΑΓΗΤΟ
-Ποιο είναι το πρόβλημα Τζο;
-Δεν υπάρχει ζωή, δεν υπάρχει έμπνευση...
-Καλά, συνέχισε με τα ίδια χάπια και γω θα το τακτοποιήσω το θέμα

ΚΑΙ ΔΥΟ ΚΟΥΒΕΝΤΕΣ ΜΕΤΑ
-Πώς πας Τζο;
-Σήμερα είδα στο θάλαμο μια μικρή μύγα να κάθεται ήσυχα κολλημένη πάνω στο τζάμι και μούρθε να βάλω τα κλάματα
-Δεν έπρεπε, Τζο, δεν έπρεπε, ήταν απλώς μια μικρή μύγα που καθόταν ήσυχα κολλημένη πάνω στο τζάμι



Γ. Αγγελάκας,
"Σάλια, μισόλογα και τρύπιοι στίχοι"





___
"Δυο τρία κατοστάρικα να περάσω το βράδυ μου"

Παρασκευή, Ιουνίου 09, 2006

"...in the night of matter...stumbling a little..."

Μ’ αρέσει αυτός ο καιρός, η ψύχρα, οι καλοκαιρινές βερμούδες με τα φούτερ ζακετάκια από πάνω και οι κάλτσες μέσα στα σεντόνια. Θέλω να περάσω το καλοκαίρι μου χαζεύοντας αφηρημένη τους κρατήρες πάνω από τις ανατιναγμένες μου καβάντζες. Κάτι σα γιούργια ή μπουρλότο που θα ‘λεγε και η Σαπφώ Νοταρά. Κι ύστερα ησυχία…σσσς… hush.
Θα κάνω αίτηση για έναν Αύγουστο μόνο για μένα και για μένα μόνη, να αφαιρούμαι με τα μάτια στο κενό από τα βραχάκια της Πειραϊκής. Γίνεται; Το ξέρω ότι είναι πιο εύκολο να πάρω δάνειο. Love is a doing word...stumbling a little.