<body><script type="text/javascript"> function setAttributeOnload(object, attribute, val) { if(window.addEventListener) { window.addEventListener('load', function(){ object[attribute] = val; }, false); } else { window.attachEvent('onload', function(){ object[attribute] = val; }); } } </script> <div id="navbar-iframe-container"></div> <script type="text/javascript" src="https://apis.google.com/js/platform.js"></script> <script type="text/javascript"> gapi.load("gapi.iframes:gapi.iframes.style.bubble", function() { if (gapi.iframes && gapi.iframes.getContext) { gapi.iframes.getContext().openChild({ url: 'https://www.blogger.com/navbar.g?targetBlogID\x3d6653848\x26blogName\x3dLes+soucis+graves\x26publishMode\x3dPUBLISH_MODE_BLOGSPOT\x26navbarType\x3dSILVER\x26layoutType\x3dCLASSIC\x26searchRoot\x3dhttps://lessoucisgraves.blogspot.com/search\x26blogLocale\x3del\x26v\x3d2\x26homepageUrl\x3dhttp://lessoucisgraves.blogspot.com/\x26vt\x3d-8907436917196501843', where: document.getElementById("navbar-iframe-container"), id: "navbar-iframe" }); } }); </script>

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 30, 2007

"Και λοιπά και λοιπά..."

Βλέποντας ένα φιλμ σάββατο βράδυ αναγνώρισα -νομίζω- σε μια πολύ παλιά μουσική μια πολύ γνώριμη τσελιστική λούπα.

Όπως και να 'χει, αισθάνθηκα μεγάλη ανακούφιση που έσμιξε μέσα μου ο σκύλος των άστρων με την αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι.

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 28, 2007

"θαρρείς κι η νύχτα..."

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 25, 2007

"μ' αυτή τη δύναμη που ξέρει να πνίγει..."

Κατάδικός μου αυτός ο άνθρωπος που ζει εντός μου. Τον αγαπάω, αλλά τον έχω καταπιεί αμάσητο. Κατάδικός μου και ακέραιος, άσπιλος, άθικτος, πανέτοιμος να γεννηθεί, αν δεν κουβαλούσε την βαρύτατη προίκα της μεταξύ μας ασυμβατότητας. Κατάδικός μου αυτός ο κατάδικος στα πρόθυρα του υποσιτισμού εντός αμνιακού υγρού διαλύματος με συγκεντρωμένες ενοχές, φτωχού σε θρεπτικά συστατικά, εν μέσω κύησης στο απροχώρητο.

Τον αγαπάω και με τη λαχτάρα να αγαπήσω όλους τους ξένους -καθέναν χωριστά, όπως αγαπώ αυτούς που αγαπούσα πάντα και ήταν πάντα εύκολο να αγαπώ- περιφέρομαι ανάμεσά τους χωρίς προμελέτη με τον πόθο να τον αποθέσω στην αγνή αγκαλιά τους να παίξει με τα δικά τους μωρά, στρουμπουλός και χαμογελαστός, κάθε φορά νεογέννητος, και αυτή η λαχτάρα δεν ευοδώνεται και αυτή η αγάπη πνίγεται στη βία του ανταγωνισμού μου και του ανταγωνισμού τους και το πάλκο σε καταπίνει και η επιπολαιότητα του ονειροπολείν διαδέχεται τη στειρότητα της γείωσης και τούμπαλιν και βυθίζεσαι πάλι σ’ αυτή τη γνώριμη σιωπή που ‘λεγε κι ο αγγελάκας, που σε εγκολπώνει κι είναι ψυχώ-μαμά ψυχρή, καταβόθρα με στατιστικές πιθανότητες διαφυγής και τα ρέστα μου. Για κείνους, δηλαδή, που δεν ανήκουν στο θίασο της αιτιοκρατίας.

Θέλεις τώρα εσύ να καταλήξω κάπου, κάτι σαν τηλεφώνημα δεύτερης ευκαιρίας. Ε, λοιπόν, κι εγώ ακριβώς το ίδιο θα ‘θελα.

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 18, 2007

"some night my heart pounds like thunder...

...I don't know why it don't explode"


"She said Mister anywhere you point this thing
Has got to beat the hell out of the sting
Of going to bed with every dream that dies here every morning..."

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 15, 2007

Επείγον, διαβάστε εδώ πριν ψηφίσετε!

Κάντε κλικ εδώ.

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 13, 2007

"...έτσι όπως βρέχει πάντα στα νησιά Οκτώβρη μήνα..."

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 12, 2007

Παρασκευή, 9 Ἀπρίλη 1926/ Μέρες Α', Γ.Σ.

Ἄδεια καρδιά. Ὅλα μου εἶναι ἀδιάφορα τώρα. Δὲν περιμένω τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὸ θάνατο· καλῶς νὰ ὁρίσει. Γράφω μὲ πολλὴ ψυχραιμία· δὲν ἔχω τὴν ὄρεξη νὰ ξυπνήσω μέσα μου τρυφερότητες. Τὸ μόνο πράγμα ποὺ μ’ ἐμποδίζει νὰ πιστέψω πὼς εἶμαι τρελός, εἶναι αὐτὴ ἡ διαύγεια τοῦ μυαλοῦ ποὺ δὲν παύει νὰ μὲ παρακολουθεῖ, ἀδυσώπητα.

Ἡ θλιβερὴ αὐτὴ ἱστορία ἦταν ἴσως μοιραία. Μὲ στέρησε ἀπὸ κάθε τί ποὺ θὰ μ’ ἔκανε ν’ ἀγαπήσω τὴ ζωή, ἀπὸ κάθε βοήθεια ποὺ θὰ μποροῦσα νὰ ἀντλήσω ἀπὸ τὸν ἑαυτό μου· εἶχα ἀρχίσει νὰ τὸν περιφρονῶ πολὺ νέος.

Ἀγαποῦσα τὰ γράμματα, τὴν τέχνη· μὲ ἔπεισαν πὼς ἂν μὲ ἀπασχολοῦσαν ὁλωσδιόλου, θὰ ἦταν ἡ καταστροφή μου. Αὐτὴ τὴν ἀπαγόρευση τὴν ἐσυμβόλιζα, τὸν πρῶτο χρόνο τῶν σπουδῶν μου στὸ Παρίσι, μ’ ἕνα πιστόλι γεμάτο, ποὺ ἔβλεπα νὰ μὲ σημαδεύει ἀπὸ τὸ μάρμαρο τοῦ τζακιοῦ, κάθε φορᾶ ποὺ ξένες σκέψεις μ’ ἔκαναν νὰ σηκώσω τὰ μάτια ἀπὸ τὸ βιβλίο τῶν νομικῶν ποὺ μελετοῦσα. Ὅση δουλειὰ ἔκανα γιὰ τὰ γράμματα ἦταν τὸ ἀποτέλεσμα μίας ἐξουθενωμένης θέλησης. Τώρα καταλαβαίνω πόσο μοὺ στοίχισε αὐτὴ ἡ πάλη μὲ τὴ θέλησή μου. Μία πάλη ποὺ ἔπρεπε νὰ καταστρέψει τὰ πιὸ ζωντανὰ ἔνστικτά μου. Δὲν ἤξερα τότε πὼς δὲν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ θελήσει ὅ, τί τοῦ καπνίσει νὰ θελήσει. Ἔτσι, καταστρώθηκε ἕνα πρόγραμμα ἐργασίας καὶ ζωῆς ἀφηρημένο, παράλογο, ἔξω ἀπὸ κάθε δική μου πραγματικότητα. Νόμιζα πὼς ἦταν ἕνα ἁπλὸ ζήτημα πειθαρχίας, ἐνῶ ἔπρεπε νὰ καταστρέψω ὡς τὴν τελευταία κλωστὴ ἀλήθειας ποὺ εἶχα μέσα μου, ἐνῶ ἔπρεπε νὰ ξορκίσω τὴν ψυχή μου.

Τὸ μόνο ποὺ κατάφερα εἶναι νὰ γίνω παράλυτος. Τώρα ξέρω πὼς τίποτα δὲν ἐνδιαφέρει στὸ δρόμο ποὺ μπῆκα μὲ τόσο κόπο· ξέρω πώς, πραγματικά, σ’ αὐτὸ τὸ δρόμο, ὁποιαδήποτε πράξη, ὅσο ἐπιτυχὴς κι ἂν εἶναι, δὲν ἔχει νὰ κάνει μὲ τὸ ἀληθινό μου χρέος.

Νὰ τὰ ξαναρχίσω ὅλα δὲν εἶναι πιὰ καιρός. Ἀλλὰ τώρα ποὺ ρωτιέμαι γιὰ ποιὸ λόγο δὲν παραμέρισα τὶς δυσκολίες, ὅποιες κι ἂν ἦταν, γιατί δὲν ἄρχισα ὅπως ἔπρεπε ν’ ἀρχίσω, βρίσκω (ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀπουσία ὁποιασδήποτε ἐνθάρρυνσης, τὴ μηδαμινὴ διορατικότητα ἑνὸς νέου καὶ τὶς ὑλικὲς καταστροφὲς) τοῦτο κυρίως: μίαν ὑπερβολικὴ ὑπερηφάνεια καὶ μίαν ἀνυπομονησία νὰ φτάσω στὸ τέλειο, πού μου ὑπονόμευαν κάθε αὐτοπεποίθηση.