<body><script type="text/javascript"> function setAttributeOnload(object, attribute, val) { if(window.addEventListener) { window.addEventListener('load', function(){ object[attribute] = val; }, false); } else { window.attachEvent('onload', function(){ object[attribute] = val; }); } } </script> <div id="navbar-iframe-container"></div> <script type="text/javascript" src="https://apis.google.com/js/platform.js"></script> <script type="text/javascript"> gapi.load("gapi.iframes:gapi.iframes.style.bubble", function() { if (gapi.iframes && gapi.iframes.getContext) { gapi.iframes.getContext().openChild({ url: 'https://www.blogger.com/navbar.g?targetBlogID\x3d6653848\x26blogName\x3dLes+soucis+graves\x26publishMode\x3dPUBLISH_MODE_BLOGSPOT\x26navbarType\x3dSILVER\x26layoutType\x3dCLASSIC\x26searchRoot\x3dhttps://lessoucisgraves.blogspot.com/search\x26blogLocale\x3del\x26v\x3d2\x26homepageUrl\x3dhttp://lessoucisgraves.blogspot.com/\x26vt\x3d-8907436917196501843', where: document.getElementById("navbar-iframe-container"), id: "navbar-iframe", messageHandlersFilter: gapi.iframes.CROSS_ORIGIN_IFRAMES_FILTER, messageHandlers: { 'blogger-ping': function() {} } }); } }); </script>

Κυριακή, Ιουλίου 31, 2005

"don't come crawling..."

ή
"γυρνάω στο σπίτι κι έχω τα κλειδιά"
ή
άι σιχτήρ, τέλος πάντων.

Δευτέρα, Ιουλίου 25, 2005

Ημερολόγιο Καταστρώματος


ΤΟ ΦΥΛΛΟ ΤΗΣ ΛΕΥΚΑΣ

Έτρεμε τόσο που το πήρε ο άνεμος
Έτρεμε τόσο πώς να μην το πάρει ο άνεμος
πέρα μακριά
μια θάλασσα
πέρα μακριά
ένα νησί στον ήλιο
και τα χέρια σφίγγοντας τα κουπιά
πεθαίνοντας την ώρα που φάνηκε το λιμάνι
και τα μάτια κλειστά σε θαλασσινές ανεμώνες.

Έτρεμε τόσο πολύ
το ζήτησα τόσο πολύ
στη στέρνα με τους ευκαλύπτους
την άνοιξη και το φθινόπωρο
σ’ όλα τα δάση γυμνά
θεέ μου το ζήτησα.

***




Γιώργος Σεφέρης, " Ημερολόγιο Καταστρώματος Α' "


~*~

Τετάρτη 20 Ιούλη 2005

Ώρα 06:15
Οι ζωές μας είναι τροχιές από άσπρο αφρό που αφήνουν πίσω τους, μέσα σε μαύρα νερά, καράβια που αποκλίνουν τελεσίδικα.
Μέσα σε μια ώρα έχει ξαφνικά ξημερώσει το φως κι όλα έχουν σβηστεί.
Φαντάσου φωσφορίζουσα σκόνη ν’ αφήνει τα χνάρια σου πάνω στο νερό κι έναν ήλιο κόκκινο από ζωή να ξυπνάει πίσω από τα βράχια της Κύθνου. Η ζωή ευλογημένη από τσαχπίνα αιτιοκρατία.
Το χορό της μοναξιάς μου δεν τον νοηματοδοτεί το παραμικρό. Το παιχνίδι στημένο, το τανγκό αουτσάιντερ κι εγώ πάντα τραγουδάω μελαγχολικά το σκοπό μιας κρατούσας απουσίας. Αηδία.
Δεν είναι το κενό της ζωής μου που χάσκει. Είναι μια λαχτάρα τόσο παιδική που κοντεύω να πιστέψω πως, ό, τι κι αν μου ζητήσεις, θα ‘χω να στο δώσω.
Σκέψου θολούρα.

Ώρα 08:32
Το ρυθμό από τα ψέμματά σου τον κρατάω στο πίσω μέρος του μυαλού σα σωρεία επιχειρημάτων/ δικαιολογιών μην τυχόν πέσω στον έρωτά σου και δεν ξέρω από πού να φύγω.
Άσχετα με το ποιος είσαι εξερευνώ τα ενδεχόμενα του τί μπορεί να θέλω από σένα στον αντικατοπτρισμό του τι αξιώνω από τον εαυτό μου.
Ξέρεις, δε δίνω μία γι’ αυτήν καθαυτή την αποκλειστικότητά σου. Ονειρεύομαι τη μοιρασιά των ζωών μας και τον εκμηδενισμό της απόστασης στ’ ανάμεσό μας. Όμως απόλυτο μηδέν. Τα δυο ένα. Οικειότητα σαν του σπιτιού που μεγάλωσες. Και δε στο ζητάω. [Σόλο θρήνο: λείπεις]
Κι όλο αυτό άσχετα με το ποιος στ’ αλήθεια είσαι. Φαντάσου να ‘θελες να πειράξεις κι εσύ το σκηνικό.

Ώρα 14:26
Η ομορφιά που δεν μπορείς να αγγίξεις σε ματώνει με μεγαλειώδη σκηνοθετική υπεροψία. Και το Ρομίλντα κόβει εξαντλητικές τσάρκες στο Αιγαίο.
Καμία υποψία ρομαντισμού.
Μηδενιστική νοσταλγία του μέλλοντος.

Παρασκευή 22 Ιούλη 2005

Η Α. διαβάζει από το μικρό ροζ βιβλιαράκι κι εγώ βολεύτηκα ακούγοντάς την στην πολυθρόνα μου με κάτι ψιλοσκέψεις εξευγενισμένες, μαλακωμένες, σαν παιδιά σε φάση συγκέντρωσης στο προαύλιο του σχολείου.
Κοινωνία. Δυο άνθρωποι που δε μιλούν μαζί. Δύσκολο;

Σάββατο 23 Ιούλη 2005

Ώρα 19:56
Η εντύπωση της αγκαλιάς στα όρια της εμμονής και η καταδυνάστευση από την ανάγκη πάνω στον τοίχο που φράζει τη χώρα της μοναξιάς. Ισχυρότατη.
Καμιά φορά, μονάχη μου και με μόνη τη θέλησή μου ξεγελιέμαι πανεύκολα ότι ένα ζεστό συνονθύλευμα από μαλακά μόρια που ενώνονται απόφασισμένα απελευθερώνουν σωτήρια ενέργεια.
Ή αλλιώς μου λείπεις.
Φοβάμαι πως, αν δεν πάρεις, δεν θα σου δώσω άλλη ευκαιρία. Και, πριν προλάβω να τελειώσω την κουβέντα μου αλλάζω γνώμη και με πιάνει τρόμος, πως προσμένοντας θα σου δίνω ευκαιρίες επ’ άπειρον. Κι εσύ δε θα τις παίρνεις.
Δεν έχω τι να ποντάρω.

Κυριακή 24 Ιούλη 2005

Ούτε μια φορά δεν τηλεφώνησες να με ξυπνήσεις από το όνειρο των χεριών σου.
Έχω βάλει Πέμπτη. […]
Θεός φυλάξοι.

Δευτέρα 25 Ιούλη 2005

Ώρα 06:27
Ο ήλιος που χαϊδεύει τα νερά και πορτοκαλίζουν δε με αγγίζει. Κι εγώ δεν τον φτάνω. Δηλαδή αντίστροφα.
Συναισθάνομαι το τιποτά μου. Και αυτή είναι η μόνη μου νηφάλια και λογική σκέψη αυτή τη στιγμή.
«Άδολη θλίψη».
Μα πόσο άδολη?
Μέσα στο κούφωμα του σχήματός μου κάτι μ’ έχει καταφάει.

Ώρα 08:23
Θα μπορούσα να πω ότι δεν αγαπάω τα ταξίδια με πλοίο με την ίδια βεβαιότητα που θα αρνιόμουν την ελευθερία του ερμαφρόδιτου και την επιλογή του ενήλικου χιούμορ.
Θέλω μια στέρεη βάση. Να πατάω. Κάπου να ρίχνω ρίζες.
Όση δύναμη κι αν έχει ο άνθρωπος, ο βυθός που από μακριά υπόσχεται λευκά περιστέρια από κοντά σε φορτώνει τύψεις.
Χρειάζομαι μια διακοπή.
Και κάποιον να δέχεται να έρθει μαζί μου ξέροντας πως αντί να μπω στο νερό μαζί του θα μείνω να διαβάζω κάτω από τη σκιά.

Ώρα 10:00
Αν σου ζητούσα να μ’ αφήσεις να εξαφανιστώ, υποθέτω πως θα το ‘κανες με πολλή προθυμία.
Έτσι θα ξεμπρόστιαζα τις ψευτιές σου και θα ξοφλούσα τα κλάμματα μια ώρα αρχύτερα.
Θα σε αποκάλυπτα και θα αποκάλυπτα το λάθος.
Και θα ‘ταν πάλι όλο δικό μου.

Ώρα 11:23
Έμαθα να μη σου λέω ότι μου λείπεις με φορτικές γκρίνιες και να περιμένω με το πιο αληθινό μου χαμόγελο πότε θα καταλάβεις τον καημό μου, όταν όλο αγωνία ψάχνω να σε βρω.
Και να αποζητώ να με ψάχνεις: ένδειξη ζωής στη μεταξύ μας πορεία.
Αλλά στην πραγματικότητα όλο αυτό δεν κυμαίνεται στη σφαίρα του πραγματικού και το σύμπαν είναι άχρονο.

Ώρα 15:50
Το να είμαι ή έστω να νιώθω πως είμαι μια τυχαία συγκυρία στη ζωή των ανθρώπων με κομματιάζει. Μια σύμπτωση; Δεν μπορεί αυτό να είναι η σχέση μου με τους ανθρώπους. Δεν πιστεύω στην τύχη.
Και δε θέλω να βρίσκομαι κοντά ή σχεδόν κοντά σε ανθρώπους απλά και μόνο επειδή οι δρόμοι μας κάποτε πλησίασαν λίγο παραπάνω.

Δευτέρα, Ιουλίου 18, 2005

"...forever dead and lovely now..."

Γενικά αντέχω τον πόνο. Όταν χτυπάς τον ώμο, δε μοιάζει με τίποτε άλλο. Ο πόνος σου κλέβει δάκρυα. Βίαια. Τον χτύπησα. Πάλι άσχημα. Ας μην τριτώσει.

Θέλω την Τρίτη τα μεσάνυχτα να με πάρει το Ρομίλντα. Και να με σηκώσει.
Και το επόμενο βραδάκι σ’ ένα μπαράκι να παίζει αυτό και να πίνουμε τεκίλα με στυμμένο πορτοκάλι. Ήσυχα. Δε θα μιλάμε.

"She thought she had the moon in her pocket..."

Παρασκευή, Ιουλίου 15, 2005

«je me lance vers la gloire…OK»

Άνοιξα τα μάτια από ένα θόρυβο που αμέσως ξέχασα με το κεφάλι άδειο από σκέψεις και το πρόσωπο άχρωμο, αφημένο στο μαξιλάρι. Τα ξενύχτια τα τραβηγμένα από τα μαλλιά και τα βεβιασμένα ξυπνήματα δεν είναι το φόρτε μου. Ο χρόνος μου κυλάει αργά για να καταλαβαίνω κάθε του σταγόνα. Φοβάμαι να σκεφτώ στ’ αλήθεια.
Η μεγαλύτερη εξουσία που έχω γνωρίσει είναι η θλίψη της μάνας μου.
Κι αυτό δεν είναι κάτι απλό. Και δε σηκώνεται με κανενός τη βοήθεια.
Και είτε χαμογελάω είτε κλαίω τα χείλη μου μένουν σφιγμένα.
Και υπομένω τις σταγόνες για όσο χρόνο μου δίνεται.
"Φύλλο δεν κουνιέται...".

Τετάρτη, Ιουλίου 06, 2005

"άιντε καλή μου μάνα..."

"Στου δειλινού την άκρη αποκοιμήθηκα
σαν ξένος, σαν ξενάκι, σαν πάντα ξένος.
Κι ήρθε και κατακάθισε πάνω μου σα σεντόνι
όλη* της γης η σκόνη."

Κυριακή, Ιουλίου 03, 2005

«δροσιά μου και γιορτή…»

Τί δυνατή βροχή. Το σύννεφο θα κατέβηκε από κει πάνω. Μια δυνατή βροχή κι ένα μεγάλο χαμόγελο. Και χέρια ανοιχτά να αγκαλιάσουν τα νερά. Μένεις όρθιος να κοιτάζεις σαστισμένος μέσα από το τζάμι με το χνώτο σου να κουτουλάει πάνω του αφηρημένο και να το θολώνει.
Σαν κάτι Αύγουστους στο σπίτι της γιαγιάς στο χωριό με την κουρτίνα τσαλακωμένη στο πλάι και το παράθυρο ανοιχτό να μπαίνει η δροσιά. «Θα μπουν κουνούπια». Ναι, θα μπουν, δρόσισε ξαφνικά.
Όπως μια παρέα καπνιστών στην Ίντριγκα που απόγευμα Σεπτέμβρη συνομωτεί σιωπηλά χαζεύοντας τη θολούρα πάνω από το στενό.
Τί θα ήταν ο Ιούλης που άνοιξε μπροστά μας χωρίς τα ελαφριά φουτεράκια του Αυγούστου;
Να λέμε και του στραβού το δίκιο. Για να παίρνουν όλα τη σωστή τους διάσταση στο γενικό μπάχαλο. Να αποδώσουμε τα του Ιουλίου τω Καίσαρι…και τα του Αυγούστου εκεί που αγαπάμε.